Τι είναι το Τεστ Swinburne για DC μηχανές;
Ορισμός του Τεστ Swinburne
Το τεστ Swinburne είναι ένα έμμεσο μέθοδο για τον έλεγχο DC μηχανών, που ονομάστηκε μετά τον Sir James Swinburne. Είναι ένα απλό και συνηθισμένο τεστ για σειριακά και συνδυασμένα συνδεδεμένες DC μηχανές με σταθερή ροή. Αυτό το τεστ προκαθορίζει την απόδοση της μηχανής σε οποιοδήποτε φορτίο, λειτουργώντας ως μοτέρ ή γεννήτρια και μετρώντας ξεχωριστά τις απώλειες χωρίς φορτίο.
Η διάταξη του περιβάλλοντος για το τεστ Swinburne χρησιμοποιεί έναν συνδεδεμένο ρυθμιστή για την προσαρμογή της ταχύτητας της μηχανής στο επιθυμητό επίπεδο. Ο ρυθμιστής βοηθά στον έλεγχο της ταχύτητας κατά τη διάρκεια του τεστ.

Πρίνικιος Λειτουργίας
Αυτό το τεστ λειτουργεί τη μηχανή ως μοτέρ ή γεννήτρια για να μετρήσει τις απώλειες χωρίς φορτίο και να υπολογίσει την απόδοση.
Υπολογισμός Απόδοσης
Η απόδοση καθορίζεται αφαιρώντας την απώλεια από τον αντισταθμιστή από την εισερχόμενη ισχύ χωρίς φορτίο και υπολογίζοντας για διαφορετικά φορτία.
Πλεονεκτήματα
Αυτό το τεστ είναι πολύ βολικό και οικονομικό, καθώς απαιτεί πολύ μικρή ισχύ από την πηγή για την εκτέλεση του τεστ.
Επειδή οι σταθερές απώλειες είναι γνωστές, η απόδοση του τεστ Swinburne μπορεί να προκαθοριστεί σε οποιοδήποτε φορτίο.
Μειονεκτήματα
Η σιδηροβολία αγνοείται, αν και υπάρχει μεταβολή της σιδηροβολίας από χωρίς φορτίο έως πλήρες φορτίο λόγω της αντίδρασης του αντισταθμιστή.
Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για την ικανοποιητική αλλαγή της συνειρμοσύνης σε φορτωμένη κατάσταση, καθώς το τεστ γίνεται χωρίς φορτίο.
Δεν μπορούμε να μετρήσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας όταν η μηχανή είναι φορτωμένη. Οι απώλειες ισχύος μπορούν να μεταβάλλονται με τη θερμοκρασία.
Το τεστ Swinburne δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σειριακές DC μηχανές, καθώς είναι ένα τεστ χωρίς φορτίο.